Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2009

για τους πυλώνες που φοβήθηκες....

Θυμός. Απογοήτευση. Λύπη. Για την βαλίτσα που με έκανες να κλείσω μέσα τα όνειρα μου. Γράφω και πονάω. Όπως γράφω και λέω, τι μαλακίες λέω. Η ευθύνη ήταν δική μου. Σε ήξερα και με ήξερα. Σαν διάβαζα καλά τις γραφές μου ήξερα πως η ιστορία θα ταν κάπως έτσι. Και ναί, ήξερα με όλη την ευθύνη της γυναίκας που μπαίνει με τα χέρια στην ανάταση στον ανεμοστρόβιλο, ήξερα πως μετα απο αυτό το ταξίδι τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο. Έβαλα το τελευταίο στοίχημα μαζί μου. Τράβηξα το καζαντί εκλιπαρόντας η μπίλια να βρεί το 10 ή το 1. Τους αγαπημένους μου αριθμούς. Έκλεισα τα μάτια και ευχήθηκα να μην σε έχανα. Και με ζάλισε τόσο πολύ ο ανεμοστρόβιλος που δεν ήξερα τελικά ποιό ήταν το δέον...οχι το πρέπον δεν με ένοιαζε. Μονάχα το δέον. Για την ψυχική μου γαλήνη, για την ψυχική μου ισορροπία. Σφαγιάζομαι...Για όλα οσα δεν μοιάζουν ίδια. Για όλα οσα είναι ακριβώς τα ίδια. Αιμορραγώ που έχασα μεστον ποταμό μια μέρα την πίστη μου. Μια νύκτα με ολόκληρο φεγγάρι. Εκεί που θα έκτιζα το σπίτι μου. Εκεί. Στο τετραγωνισμένο σπαρμένο οικόπεδο. Σε είδα να φεύγεις. Είδα τα παιδιά μου να φεύγουν μαζί σου. Είδα τον κήπο μας να μαραίνεται. Κράτησα ένα φτερό απο τον ποταμό. Εκεί που σε θυμήθηκα να με αγαπάς τελευταία φορά. Εκεί που το χέρι σου ακούμπησε την παλάμη μου. Εκεί που έκλαψες σαν προδότης. Σαν μωρό. Σαν άνθρωπος. Οι πυλώνες της ηλεκτρικής μας έκαψαν τα μυαλά. Δεν έπρεπε να κτίσουμε το σπίτι μας τόσο κοντά. Όχι σε ρευματοφόρα οικόπεδα. Δεν φοβόμασταν τον καρκίνο μέχρι που γίναμε οι ίδιοι καρκίνοι. Καρκίνοι της αγάπης μας.
Τόσο αγαπηθήκαμε που κανείς δεν μας πίστευε. Ντουλάπια απο φαντάσματα. Τα είδα όλα. Πόσο αντέχει κάνείς; Tόσο. Κι άλλο τόσο. Μόνο που καμιά φορά η ίδια η δύναμη χάνει τη σημμασία της και καταντά βαρετή. Και γώ την έχω σκυλοβαρεθεί.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα