Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010

Για μέρες στεκόσουν έξω απο το πέτρινο σπίτι,
μύριζες το γιασεμί περασμένα μεσάνυκτα δίπλα
απ το μπλέ περβάζι.
Προσπαθούσες να ακούσεις τον ήχο απ τα τακούνια
μου, μια φασαρια την ώρα που το το αιλάνερ
άγγιζε το μάτι μου.
Δεν άκουγες τίποτα.
Τραγούδησες τραγούδια καινούργια στον γκιώνη
και μαζί συνθέσατε την πιο πένθιμη μελωδία.
Μίσησες την σκιά σου στο παραθύρι μου
την ώρα που άναψα το φώς.
Την μίσησα και εγώ.
Έριξες δυο τρείς πέτρες την ώρα που
έφυγες, στην λίμνη που
έβλεπες το πρόσωπο σου ναρκισσιστικά
ερωτεύσιμο.
Άκουσα το πλατσούρισμα
και μέρες μετά βλέπω τα
αναταραζόμενα νερά.
Ακόμη να κουνιούνται και να μην ησυχάζουν.
Απο βρασμό ψυχής.
Οι θεοί κάποτε το ονόμαζαν μένος.

...............................................

Η γυναίκα με το καθάριο πρόσωπο
αγνοείται.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα